ΕΓΚΥΚΛΙΟΣ ΕΚ2 6041/622/22-1-1987 (Π.Ε.) του Κ.Ε.Δ.Ε.

 

 

 

ΘΕΜΑ: Χρήση όξινων ασφαλτικών γαλακτωμάτων σε προεπαλείψεις                        συγκολλητικές και σφραγιστικές επαλείψεις

 

            Σε απάντηση των παραπάνω αναφερόμενων σχετικών σας εγγράφων, σας γνωρίζουμε στη συνέχεια τις απόψεις μας που αφορούν στο αντικείμενο του θέματος, στα ασφαλτικά γαλακτώματα γενικά, καθώς και στο συσχετισμό τους με τα λιοπά ασφαλτικά υλικά οδοποιίας ήτοι την καθαρή άσφαλτο και τα ασφαλτικά διαλύματα .

 

       1.- ΙΣΤΟΡΙΚΟ 

            Τα ασφαλτικά γαλακτώματα οδοποίας έγιναν γνωστά στη χώρα μας από την εποχή των επειγόντων δημοσίων έργων ήτοι  αμέσως μετά τον τελευταίο πόλεμο. Την εποχή αυτή μάλιστα λειτούργησαν υπό την εποπτείαν Αμερικανών Τεχνικών και δύο μονάδες παραγωγής ασφαλτικών γαλακτωμάτων ανιονικού τύπου. Στη συνέχεια η παραγωγή και εμπορία των ασφαλτικών γαλακτωμάτων πέρασε στην ιδιωτική πρωτοβουλία χωρίς ωστόσο να τύχουν ευρείας εφαρμογής ακόμα και μέχρι σήμερα παρά την έκδοση από την Υπηρεσία επισήμων προδιαγραφών που αναφέρονται τόσο στα ποιοτικά τους χαρακτηριστικά όσο και στην εφαρμογή τους.

            Πιθανόν, προβλήματα τα οποία παρουσίαστηκαν στην αρχή της χρησιμοποίησης τους και τα οποία ενδεχομένως  οφείλονταν στις περιορισμένες τεχνολογικές γνώσεις, την ατέλεια των τεχνικών μέσων και κυρίως την απειρία του τεχνικού προσωπικού, δημιούργησαν μιά δυσπιστία ως  πρός την αποτελεσματικότητά  τους στα έργα, τόσο από τους κατασκευαστές όσο και από τους αρμόδιους υπηρεσιακούς τομείς.

 

       2.- Σ Υ Ν Θ Ε Σ Η

            Τα ασφαλτικά  γαλακτώματα ως γνωστόν είναι αιωρήματα ασφάλτου σε λεπτό διαμερισμό (1 εως 5μ) μέσα στο νερό. Η σταθεροποίηση του διφασικού αυτού συστήματος επιτυνγχάνεται με την ομοιόμορφη ηλεκτροφόρτηση των τεμαχιδίων της ασφάλτου με θετικά ή αρνητικά ηλεκτρικά φορτία,τα οποία έτσι απωθούνται μεταξύ τους, με αποτέλεσμα να αποφεύγεται η συνένωσή τους σε άσφαλτο (διάσπαση του γαλακτώματος). Η ηλεκτροφόρτιση των σωματιδίων της ασφάλτου επιτυγχάνεται με την χρησιμοποίηση ειδικών χημικών ουσιών που καλούνται γαλακτοποιητές και ανάλογα με την σύνθεσή τους ηλεκτροφορτίζουν τα τεμαχίδια της ασφάλτου είτε θετικά, όπως στην περίπτωση των κατιονικών (οξινων) γαλακτωμάτων, είτε αρνητικά, όπως στην περίπτωση των ανιονικών (αλκαλικών) γαλακτωμάτων. Στην περίπτωση που τα σωματίδια της ασφάλτου χάσουν το ηλεκτρικό τους φορτίο, όπως συμβαίνει με την επαφή τους με τα αδρανή υλικά ή άλλες ουσίες αντίθετα ηλεκτροφορτισμένες, συσσωματώνονται  και διαχωρίζονται από την υδατική φάση ανακτωμένης έτσι της αρχικής ασφάλτου.

            Ο βασικός λοιπόν σκοπός της ρευστοποίησης της ασφάλτου με τη μορφή γαλακτώματος, είναι η παροχή δυνατότητας χρησιμοποίησης της δε περιπτώσεις που δεν είναι εφικτή ή επιθυμητή για διαφόρους λόγους η χρησιμοποίησή της είτε με την μορφή της καθαρής ασφάλτου είτε ρευστοποιημένη με την μορφή ασφαλτικού διαλύματος.

 

     3.- Ε Φ Α Ρ Μ Ο Γ Η

     3. 1.-Η εξέλιξη της έρευνας και της τεχνολογίας επιτρέπει σήμερα την παραγωγή ασφαλτικών γαλακτωμάτων οδοποιίας, τα οποία μπορούν να αντικαταστήσουν τόσο την ασφαλτο όσο και τα ασφαλτικά  διαλύματα σε όλες τις περιπτώσεις ασφαλτικών έργων οδοποιίας. Με τη χρησιμοποίηση των ασφαλτικών γαλακτωμάτων επεκτάθηκε και στους πλέον εξειδικευμένους τομείς οδοποιίας, καθώς και δε πλήθος άλλων παρεμφερών με την οδοποιία ασφαλτικών έργων. Με την βοήθεια επίσης ειδικών γαλακτοποιητών, έχει επιτευχθεί η παραγωγή ασφαλτικών γαλακτωμάτων μέσης ή βραδείας διάσπασης. Έτσι αποκλείεται  η χρήση φωτιστικού πετρελαίου όπως προβλέπεται από τις αντίστοιχες Ελληνικές προδιαγραφές που ισχύουν για τα ασφαλτικά διαλύματα με συνέπεια την οικονομία καυσίμων και την μειωμένη ρύπανση του περιβάλλοντος .

            Σημειώνουμε επίσης ότι από τις δύο περιπτώσεις ασφαλτικών γαλακτώματων, ήτοι των κατιονικών και των ανιονικών, τα κατιονικα γαλακτώματα τυγχάνουν ευρύτατης και σχεδόν μονοπωλιακής χρησιμοποίησης, αφού με τις νεώτερες συνθέσεις γαλακτωποιητών που χρησιμοποιούνται στην παραγώγη τους μπορούν να χρησιμοποιηθούν με την ίδια επιτυχία τόσο με αλκαλικά (ασβεστολιθικά) όσο και με όξινα (πυριτικά) πετρώματα. Σημειώνουμε εδώ σαν πλεονέκτημα των ασφαλτικών γαλακτωμάτων και ιδιαίτερα των σύγχρονων κατιονικών, το γεγονός ότι δεν αντιμετωπίζεται πρόβλημα υδροφιλίας, αφού οι παράγοντες γαλακτοποίησης ενεργούν και σαν αντιυδροφιλικά υλικά.    

 

3.2.-            Σήμερα με τα βελτιωμένης και εξειδικευμένης ποιότητας ασφαλτικά γαλακτώματα οδοποιίας αντιμετωπίζονται επιτυχός όλες οι περιπτώσεις έργων οδοποιίας ήτοι, προεπαλείψεων, συγκολητικών επαλείψεων, σφραγιστικών επαλείψεων, εμποτισμένων σκυρωτών, κατασκευών ανοικτού ή κλειστού τύπου ασφαλτομιγμάτων καθώς επίσης λεπτοταπήτων τύπου SLARRY SEALING κ.λ.π.

            Στην χώρα μας ισχύουν από πολλού χρόνου, τόσο προδιαγραφές ποιότητος για τα ανιονικά και κατιονικά γαλακτώματα όσο και προδιαγραφές μεγάλου αριθμου ασφαλτικών κατασκεύων. Οι προδιαγραφές αυτές δινουν το δικαίωμα επιλογής μεταξύ των διαφόρων τύπων ασφαλτικών υλικών (άσφαλτοι γαλακτώματα διαλύματα ) και παρέχουν επίσης οδηγίες εφαρμογής καθενός από τα παραπάνω υλικά στις υπ’όψιν κατασκευές. Στην επιλογή του εκάστοτε χρησιμοποιηθησομένου ασφαλτικού υλικού θα πρέπει να λαμβάνονται υπ’όψιν μερικά βασικά πλεονεκτήματα των ασφαλτικών γαλακτωμάτων σε σχέση με τα υπόλοιπα ασφαλτικά υλικά και ιδιαίτερα τα ασφαλτικά διαλύματα όπως π.χ. ότι τα γαλακτώματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ελαφρά μονο ή χωρίς καθόλου θέρμανση (περιορισμος στη χρήση καυσίμων και μόλυνσης του περιβάλλοντος), να χρησιμοποιηθούν με ύφυγρα αδρανή υλικά ή σε ύφυγρες επιφάνειες ασφαλτικών στρώσεων ή στρώσεων βάσεων (κέρδος χρόνου) να μην χρησιμοποιηθούν αντιυδρόφιλα παρασκευάσματα για την αντιμετώπιση τυχών υδροφιλίας των αδρανών  (μείωση κόστους) κ.λ.π.

 

4.- ΠΡΟΕΠΑΛΕΙΨΕΙΣ ΣΥΓΚΟΛΗΤΙΚΕΣ ΚΑΙ ΣΦΡΑΓΙΣΤΙΚΕΣ ΕΠΑΛΕΙΨΕΙΣ 

 

4.1 Περίπτωση ασφαλτικών προεπαλείψεων

 

            Οι ασφαλτικες προεπαλειψεις γίνονται σε στρώσεις βάσης πάνω στις οποίες πρόκειται να τοποθετηθούν διάφορες ασφαλτοκατασκευές. Αφορούν τον εμποτισμό της στρώσης με ρευστό ασφαλτικό υλικό χαμηλού ιξώδους όπως είναι τα ασφαλτικα διαλύματα ΜΕ 0 της Π.Τ.Π. Α201 και τα ασφαλτικά γαλακτώματα τύπου ΚΕ 5 της Π.Τ.Π. Α203 (η χρησιμοποίηση εδώ καθαρής ασφάλτου αποκλείεται λόγω υψηλού ιξώδους).

            Σκοπός της προεπάλειψεις είναι αφ’ ενός μεν η αδιαβροχοποίηση κατά κάποιο τρόπο της εμποτισμένης στρώσης και αφ’ετέρου η παροχή δυνατότητας συνοχής των επιφανειακών αδρανών κόκκων της στρώσης. Σημειώνουμε εδώ ότι στην περίπτωση χρησιμοποίησης ασφαλτικού διαλύματος αντιμετωπίζονται τα ενδεχόμενα :

            α) Να μην χρησιμοποιηθεί σαν διαλυτικό της ασφάλτου φωτιστικό πετρέλαιο όπως προβλέπεται από τη σχετική προδιαγραφή αλλά αντ’ αυτού να χρησιμοποιηθεί βαρύτερος καταλύτης όπως π.χ. πετρέλαιο ντήζελ . Ο λόγος σχετίζεται άμεσα με το κόστος αφού το φωτιστικό πετρέλαιο χρησιμοποιείται στο διάλυμα σε μεγάλη αναλογία (45% περίπου) και είναι ακριβότερο από το πετρέλαιο ντήζελ.

            β) Να μη δοθεί ο απαιτούμενος χρόνος ή οι καιρίκες συνθήκες να μην επιτρέψουν την εξάτμιση του πετρελαίου από την κατασκευή με συνέπεια να μην έχουμε τα προσδοκόμενα αποτελέσματα από την εφαρμογή της προεπάλειψης ήτοι συνοχή των επιφανειακών αδρανών κόκκων και αδιαβροχοποιήση της  επιφανείας της στρώσης.

            γ) Να μην ελεχθεί και να μην αντιμετωπισθεί η περίπτωση υδροφιλίας του πετρώματος της στρώσης οπότε και πάλι δεν θα έχουμε τα προσδοκόμενα αποτελέσματα, αφού το πετρελαικό διάλυμα μειώνει ως γνωστό την πρόσφυση του συνδετικού υλικού στα αδρανή υλικά και δεν επιτρέπει την επίτευξη συγκόλλησης των κόκκων. Το φαινόμενο είναι πιο έντονο στην περίπτωση του πετρελαίου ντήζελ που σαν βαρύτερο ούτε εύκολα , ούτε τελείως εξατμίζεται .

 

4.2 -Περίπτωση   Συγκολλητικών Επαλείψεων

 

Οι συγκολλητικές επαλείψεις στοχεύουν στην συγκόλληση μιας νέας ασφαλτικής στρώσης πάνω σε μια υφιστάμενη ασφαλτική στρώση (παληά ή νέα ) ή σε μια προεπαλλειμένη στρώση βάσης. Η συγκόλληση της νέας ασφαλτικής στρώσης με την υφιστάμενη πρέπει νε είναι τέτοια ώστε οι δύο στρώσεις να μπορούν να συνεργάζονται σαν ενιαία στρώση και χωρίς να αντιμετωπίζεται περίπτωση ολίσθησης της υπερκείμενης στρώσης πάνω στην υποκείμενη . Αυτό επιτυγχάνεται με την χρησιμοποίηση κατάλληλου ασφαλτικού υλικού μεταξύ των δύο στρώσεων σε ποιότητα και ποσότητα τέτοιες που να εξυπηρετούνται οι παραπάνω προυποθέσεις. Με ελάχιστες εξαιρέσεις το συγκολητικό αυτο υλικό είναι ασφαλτος οδοστρωσίας που μπορεί να εφαρμοσθεί με την μορφή είτε καθαρής ασφάλτου είτε ασφαλτικού διαλύματος είτε ασφαλτικού γαλακτώματος και μάλιστα σε ίσες ποσότητες ανά Μ2  επιφάνειας ήτοι 0,4 εως 0,6 KG/M2 (Π.Τ.Π. Α245)

            Επί του προκειμένου επιδιώκεται όπως η ποσότητα συγκολλητικού υλικού που θα εφαρμοστεί ανα Μ2  επιφανείας να βρίσκεται κοντά στα κατώτερα προσδιοριζόμενα όρια για την επίτευξη μικρότερου πάχους συγκολητικού υμένα αφού οι μεγάλου πάχους συγκολλητικές επαλείψεις δημιουργούν προβλήματα ολίσθησης ιδιαίτερα στις εποχές υψηλών θερμοκρασιών περιβάλλοντος και σε τμήματα οδών με μεγάλες κλίσεις. Η πείρα έδειξε ότι οι πλέον επιτυχείς συγκολλητικές επαλείψεις επιτυγχάνονται με τη χρησιμοποίηση (κατιονικών) ασφαλτικων γαλακτωμάτων ταχείας διάσπασης των τύπων ΚΕ-1 και ΚΕ-2 αφου με τα υλικά αυτά είναι εύκολο να επιτευχθεί αφ’ενός μεν η επιθυμητή ανά Μ2 ποσότητα ασφάλτου κατά την εφαρμογή και αφετέρου η ομοιόμορφη καθ’όλο το μήκος και πλάτος της οδού επικάλυψη της στρώσης. Γι’αυτό και από την πλευρα μας συνιστουμε, σχεδόν αποκλειστικά την χρήση των ασφαλτικών αυτών γαλακτωμάτων για κάθε περίπτωση συγκολλητικών επαλείψεων. Με την ευκαιρία θα θέλαμε να τονίσουμε  εδώ ότι οι συγκολλητικές επαλείψεις με την χρήση ασφαλτικών γαλακτωμάτων είναι απαραίτητες και στην περιπτωση νεοκατασκευαζομένων επάλληλων ασφαλτικων στρώσεων της Π.Τ.Π. Α265, αφού σε πάρα πολλες περιπτώσεις η έκπλυση, η ρύπανση και η θραύση των επιφανειακών κόκκων της υποκείμενης στρώσης κατά την κυλίνδρωση, δεν επιτρέπουν πλήρη συγκόλληση συνεπώς τη συνεργασία των δύο ασφαλτικών στρώσεων. Κατά την γνώμη μας η κατασκευή συγκολλητικής επάλειψης από καθαρή άσφαλτο θα πρέπει να γίνεται σε περιπτώσεις που η χρησιμοποίηση των ασφαλτικών γαλακτωμάτων για διαφόρους λόγους δεν είναι εφικτή. Οι συγκολλητικές επαλείψεις με καθαρή άσφαλτο παρουσιάζουν συχνότατα αστοχίες και προβλήματα όπως είναι π.χ. η ανομοιομορφία πάχους η μερική αλληλοεπικάλυψη αυτών, η παρουσία μη επικαλυμένων με ασφαλτο τμημάτων επεξεργασμένης, η χρησιμοποίηση της ασφάλτου σε χαμηλότερες από τις επιτρεπόμενες θερμοκρασίες κ.λ.π. Οι αστοχίες αυτές αφορούν κυρίως στο τρόπο εφαρμογής όπως π.χ. στη διαφοροποίηση της ταχύτητας κατά τη διαδρομή, σε βλάβες του μηχανήματος διανομής (βούλωμα των μπεκ κ.λ.π.) και σχετίζονται άμεσα με την τεχνική επάρκεια τόσο του χειριστή όσο και του μηχανήματος διανομής της ασφάλτου .

            Επί του προκειμένου επισημαίνουμε τα ακόλουθα :

            Στην περίπτωση που η συγκολλητική επικάλυψη δεν είναι συνεχής και δημιουργεί για οποιοδήποτε λόγω ρωγμή στην ανώτερη ασφαλτική στρώση, τότε το νερό της βροχής (ή άλλης προέλευσης), εισχωρεί και κυκλοφορεί ανάμεσα στις δύο στρώσεις (χωρίς να είναι δυνατόν ν’ απομακρυνθεί με εξάτμιση). Το γεγονός αυτό έχει σαν αποτέλεσμα τη συνεχή επέκταση της αποκόλλησης των δύο στρώσεων υπό την επίδραση της κυκλοφορίας με άμεση συνέπεια την προοδευτική ρηγμάτωση του ασφαλτοτάπητα.

            Για τις συγκολλητικές επαλείψεις προτείνουμε την χρησιμοποίηση σχεδόν αποκλειστικά ασφαλτικών γαλακτωμάτων κατά προτίμηση κατιονικού τύπου, ενώ είμαστε αντίθετοι με τη  χρησιμοποίηση ασφαλτικών διαλυμάτων οσονδήποτε πηγών σε πετρέλαιο .

 

 

4.3 - Περίπτωση σφραγιστικών επαλείψεων

 

            Οι σφραγιστικές επαλείψεις  ως γνωστόν αποσκοπούν στην στεγάνωση ασφαλτικών κατασκευών ανοικτού και ή ημικλείστου τύπου έναντι των υδάτων της βροχής. Οι εν λόγω ασφαλτοκατασκευές ειδικότερα  ο ανοικτός τύπος με ανάμειξη επί της οδού (Π.Τ.Π.Α 245) συνηθίζονται κυρίως στο επαρχιακό και νησιωτικό οδικό δίκτυο όπου η κυκλοφορία (μέση ή ελαφρά) δεν απαιτεί υψηλής ποιότητος ασφαλτοκατασκευές .

            Η σφράγιση των ανοικτού τύπου ασφαλτοκατασκεύων γίνεται με τον εμποτισμό της στρώσης με ασφαλτικό υλικό που μπορεί να είναι καθαρή άσφαλτος, ασφαλτικό διάλυμα φτωχό σε διαλύτη και ασφαλτικά γαλακτώματα ταχείας διάστασης. Οι χρησιμοποιούμενες για τον εμποτισμό αυτό ποσότητες ασφαλτικού υλικού ανα Μ2 είναι 1-1,5 KG περίπου ( Π.Τ.Π. Α245 ). Οι ασφαλτικές αυτές επικαλείψεις τελικά επικαλύπτονται με λιθοσύντιμμα για την αποφυγή απομάκρυνσης της σφραγιστικής επάλειψεις από τους τροχούς των κυκλοφορούντων οχημάτων.

            Και στην παρούσα περίπτωση επάλειψης, άποψη μας είναι η κατά προτίμηση χρησιμοποίηση των ασφαλτικών γαλακτωμάτων σαν ασφαλτικό υλικό σφραγιστικής επάλειψης, αφού η εφαρμογή του είναι λίαν ευχερής με κοινά τεχνικά μέσα, αντίθετα μα την περίπτωση των άλλων ασφαλτικών υλικών που απαιτούν υψηλές θερμοκρασίες εφαρμογής γεγονός που έχει σαν αποτέλεσμα αυξημένο κόστος εφαρμογής την κατανάλωση καυσίμων και την ρύπανση του περιβάλλοντος .

            Συμπερασματικά μπορούμε να πούμε ότι τα ασφαλτικά γαλακτώματα μπορούν να χρησιμοποιηθούν άνετα και κατά προτίμηση στις παραπάνω ασφαλτικές εργασίες καθώς και στις εργασίες συντήρησης ασφαλτικών οδοστρωμάτων. Επίσης μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε όλες τις περιπτώσεις αντί των ασφαλτικών διαλυμάτων καθώς και στις περιπτώσεις έργων που δεν είναι εφικτή η χρησιμοποίηση καθαρής ασφάλτου .

            Οσον αφορά στη συγκριτική εκτίμιση του κόστους παραγωγής και εφαρμογής των τρίτων τύπων ασφαλτικών υλικών οδοποιίας ήτοι καθαρής ασφαλτου, ασφαλτικών διαλυμάτων και ασφαλτικών γαλακτωμάτων το θέμα δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπισθεί από εμάς αφού το κάθε έργο παρουσιάζει τις ιδιαιτερότητες του γνώστες των οποίων είναι οι μελετητές και εκτελεστές αυτού. Κρίνοντας όμως με βάση τα στοιχεία τιμών του ΑΤΕΟ του Α’ εξαμήνου 1986 που αφορούν τις τιμές καθαρής ασφάλτου, φωτιστικού πετρελαίου και ασφαλτικών γαλακτωμάτων καθώς και την νεότερη απόφαση για την τιμή της χύδην ασφάλτου (εγν. 93/86), μπορούμε να πούμε ότι:

            1) Η τιμή των 37 δρχ/KG  ασφαλτικού γαλακτώματος που προσφέρεται από τις παραγωγούς εταιρείες ΒΙΤΟΥΜΙΝΑ και ΕΣΧΑ και μας γνωστοποιείται με το από 1/10/86 έγγραφο της ΒΙΤΟΥΜΙΝΑ είναι ιδιαίτερα συμφέρουσα σε σχέση με τα ασφαλτικά διαλύματα τα οποία πέραν του κόστους παραγωγής επιβαρύνονται και με μεγαλύτερο κόστος εφαρμογής .

            2) Οσον αφορά στην περίπτωση της καθαρής ασφάλτου η προτίμηση χρησιμοποιήσεως της έναντι των ασφαλτικών γαλακτωμάτων σχετίζεται κατά το ίδιο περίπου ποσοστό τόσο από το κόστος των υλικών αυτών όσο και από την δυνατότητα εφαρμογής τους στην κατασκευή . Ετσι ενώ η καθαρή άσφαλτος είναι προτιμητέα στις περιπτώσεις έργων η καθαρή άσφαλτος δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί όπως π.χ. συμβαίνει με τις προεπαλείψεις , αναμείξεις επί της οδού και ακόμα όπου τα θερμά ασφαλτομίγματα δεν είναι δυνατο για διάφορους λόγους να χρησιμοποιηθούν .